Του Μιχάλη Χριστοδουλίδη*
Η Ελλάδα παραμένει όμηρος στην κατ΄ εξακολούθηση λεηλασία της εθνικής ενεργειακής αυτονομίας της. Δυστυχώς, είμαστε η μοναδική χώρα της ΕΕ που οι γερμανοεξαρτημένες κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών υπονόμευσαν το φθηνό εθνικό μας καύσιμο, τον λιγνίτη, υπογράφοντας αποικιοκρατικού τύπου συμβάσεις, για να εξυπηρετηθούν τα ξένα οικονομικά συμφέροντα στο βωμό της δήθεν πράσινης ανάπτυξης, πληρώνοντας αβάσταχτες ρήτρες δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Δυστυχώς, είμαστε η μοναδική χώρα της ΕΕ που οι γερμανοεξαρτημένες κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών υπονόμευσαν το φθηνό εθνικό μας καύσιμο, τον λιγνίτη, υπογράφοντας αποικιοκρατικού τύπου συμβάσεις, για να εξυπηρετηθούν τα ξένα οικονομικά συμφέροντα στο βωμό της δήθεν πράσινης ανάπτυξης, πληρώνοντας αβάσταχτες ρήτρες δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Το τίμημα αυτό καλείται για άλλη μία φορά να το πληρώσει ο Έλληνας φορολογούμενος, ενώ οι υπόλοιπες χώρες της ΕΕ (Γερμανία, Πολωνία, Τσεχία κλπ) έχουν πετύχει να κλείσουν τις λιγνιτικές μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας μετά από 20 εως και 25 χρόνια, σε αντίθεση με εμάς που η καταληκτική δεσμευτική ημερομηνία είναι το 2023.
Από τις αρχές Μαρτίου του 2021, οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα έχοντας ξεπεράσει τα 40 ευρώ ο τόνος. Μάλιστα στις 17 Μαρτίου καταγράφηκε νέο ιστορικό υψηλό στα 42,86 ευρώ ο τόνος, ενώ χθες η τιμή είχε υποχωρήσει ελαφρά στα 41,49 ευρώ ο τόνος.
Αξίζει να αναφερθεί ότι μόλις τον περασμένο Οκτώβριο τα δικαιώματα εκπομπής CO2 βρίσκονταν στα επίπεδα των 23 ευρώ ο τόνος, δηλαδή μέσα σε διάστημα 5 μηνών, η αύξηση της τιμής ξεπερνά το 80%.(πηγή)
Το ράλι αυτό στις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα έχει άμεση επίπτωση στα κόστη του εγχώριου ηλεκτρικού συστήματος. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάστηκαν πρόσφατα σε ενεργειακή ημερίδα, από τις αρχές Νοεμβρίου όταν και ξεκίνησε να εφαρμόζεται το target model μέχρι και τα μέσα Μαρτίου, η ΔΕΗ έχει δαπανήσει για αγορές δικαιωμάτων εκπομπής CO2 υπέρογκο ποσό της τάξης των 152 εκατ. ευρώ, για να καλύψει τη λειτουργία των λιγνιτικών της μονάδων. Με βάση την τρέχουσα τιμή των δικαιωμάτων εκπομπής, που έχει ξεπεράσει τα 40 ευρώ ο τόνος, η ημερήσια δαπάνη για δικαιώματα εκπομπής CO2 προκειμένου να λειτουργούν οι λιγνιτικές μονάδες της επιχείρησης υπολογίζεται στο 1,4 εκατ. ευρώ.
Χωρίς κανένα εθνικό σχέδιο για μια ομαλή μετάβαση από την λιγνιτική εποχή στην μεταληγνιτική εποχή, οι ελληνικές κυβερνήσεις προχώρησαν σε ακαριαίο “θάνατο” την παραγωγή ενέργειας από τον φθηνό λιγνίτη, όταν την ίδια στιγμή στην Γερμανία εγκαινιάζουν νέες αντίστοιχες μονάδες. Ενώ η τεχνολογία παραγωγής ΄΄καθαρών΄΄ εκπομπών αερίων από λιγνιτικές μονάδες ενέργειας στα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια, εφαρμόζεται σε άλλες χώρες (ξήρανση λιγνίτη, ειδικά φίλτρα, κλπ) με θεαματικά αποτελέσματα όσον αφορά την περιβαλλοντική προστασία, στην χώρα μας έκριναν οι ‘’ειδικοί” ότι αυτό επενδυτικά είναι ασύμφορο, αλλά η ερώτηση είναι για ποιους είναι ασύμφορο, για την τσέπη των ημετέρων ή την τσέπη των φορολογούμενων;
_________
* Τομεάρχης Ενέργειας & Περιβάλλοντος | Ελληνική Λύση Κ. Βελόπουλος
* Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο analyst.gr